Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Η Νεολαία μας ΕΙΝΑΙ ΖΩΝΤΑΝΗ!


Αυτό που ακολουθεί είναι το γράμμα που γράφτηκε από τα Παιδιά Μας και κυκλοφόρησε στη κηδεία του μικρού Αλέξη. Όσοι είναι ακόμα 'ζωντανοί' θα θυμούνται ότι είναι τα ίδια που έγραφαν και φώναζαν τα Παιδιά του Πολυτεχνείου. 


Η νεολαία μας είναι ζωντανή σε πείσμα των αρπαχτικών της εξουσίας που αφού ξεπούλησαν τις συνειδήσεις τους, ξεπουλούν τη χώρα ολόκληρη: τα λιμάνια μας, τα νερά μας, τον αέρα, την υγεία, τη παιδεία μας...Και αν ελπίζουν οτι θα το κάνουν με τη συναίνεσή μας γιατί είμαστε και 'μεις σα κι αυτούς, τα Παιδιά μας είναι ΖΩΝΤΑΝΑ. Τα Παιδιά μας έχουν τη ψυχή και τη δύναμη να χαλάσουν τα σχέδιά τους. Είναι καιρός να ανοίξουμε τα μάτια και τα αυτιά μας. Να πάμε παραπέρα με τα Παιδιά Μας μπροστάρηδες. 



ΘΕΛΟΥΜΕ ΕΝΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΚΟΣΜΟ!

ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ!

Δεν είμαστε τρομοκράτες, "κουκουλοφόροι", 

"γνωστοί-άγνωστοι".



ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ!

Αυτοί, οι γνωστοί-άγνωστοι....

Κάνουμε όνειρα - μη σκοτώνετε τα όνειρά μας!

Έχουμε ορμή - μη σταματάτε την ορμή μας.


ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ!

Κάποτε ήσασταν νέοι κι εσείς.

Τώρα κυνηγάτε το χρήμα, νοιάζεστε μόνο 

για τη "βιτρίνα", παχύνατε, καραφλιάσατε.



ΞΕΧΑΣΑΤΕ!

Περιμέναμε να μας υποστηρίξετε,

Περιμέναμε να ενδιαφερθείτε,

να μας κάνετε μια φορά κι εσείς περήφανους.


ΜΑΤΑΙΑ!

Ζείτε ψεύτικες ζωές, έχετε σκύψει το κεφάλι,

έχετε κατεβάσει τα παντελόνια και περιμένετε

τη μέρα που θα πεθάνετε.

Δε φαντάζεστε, δεν ερωτεύεστε, δεν δημιουργείτε!

Μόνο πουλάτε κι αγοράζετε.


ΥΛΗ ΠΑΝΤΟΥ.

ΑΓΑΠΗ ΠΟΥΘΕΝΑ – ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΟΥΘΕΝΑ.


Που είναι οι γονείς; Που είναι οι καλλιτέχνες;

Γιατί δε βγαίνουν έξω να μας προστατέψουν;

ΜΑΣ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ!

ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ!


ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

 

Υ.Γ.: Μη μας ρίχνετε άλλα δακρυγόνα...

        ΕΜΕΙΣ κλαίμε κι από μόνοι μας.

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2008

Στην άκρη της Πλατείας του Χρόνου


Κοντεύουν εννέα ώρες από τότε  που μεσουράνησε ο ήλιος. Στη μέση της Νέας Υόρκης, στην άκρη της Πλατείας του Χρόνου, στέκομαι και φαίνεται να κάνω ό,τι κάνουν όλοι. Να ζω στη μοναξιά μου, να περπατώ σα να κυνηγώ έναν αόρατο φίλο ή σα να με κυνηγά ένας αόρατος εχθρός. 


Κοιτάζω τη δουλειά μου. Έτσι με έμαθαν να λέω την απανθρωπιά. 

Κάθομαι μοναχή σε ένα τραπέζι, δίχως άνθρωπο στα μάτια να κοιτώ. Και κανείς δε με κοιτά. Είμαι σχεδόν αόρατη. Πολύχρωμοι άνθρωποι τριγύρω. Με χίλιες γλώσσες στα στόματά τους, μιλούν για τα καινούργια αγαθά που αγόρασαν, για λεφτά και επιθυμίες καταναλωτικές.

Περπατώ στο δρόμο και κοιτάζω χαμηλά. Δε κοιτάζω άνθρωπο στα μάτια. Έτσι με έμαθαν να λέω την απανθρωπιά. 

Μα όπως χαμηλά κοιτώ, βλέπω ανθρώπους ξαπλωμένους στα πεζοδρόμια. Μια ταμπέλα μπροστά τους, λέει ότι πεινούν. Απλώνουν τα χέρια και περιμένουν το όνειρο μιας καλύτερης ζωής.

Αποστρέφω τη ματιά μου και συναντώ τα μάτια των κουρδισμένων ανθρώπων. Και αυτοί, γεμάτοι προσδοκίες, γεμάτοι θέλω. Μια ζωή γυρίζουν από λεωφόρο σε λεωφόρο με μάτια άδεια από τη κούραση για ένα παρόν που πάντα είναι μισό, για ένα μέλλον που πάντα έχει στρίψει στη προηγούμενη γωνία.

Και άμα αποκαμωμένοι ακουμπήσουν στο τοίχο, μια ανάσα να πάρουν πριν χαθούν ξανά στο άπειρο του τίποτα, γραβατωμένοι γιάππηδες τους προσπερνούν. Κορμοστασιά όρθια και περπάτημα όλο καμάρι. Γι’ αυτό που μοιάζουν να είναι...Γι’ αυτό που περνιούνται ότι είναι. Και μόλις κλείσουν πίσω τους τη πόρτα του διαμερίσματος τους, μπαίνουν στο δικό τους τάφο, πολλά μέτρα πάνω από τη γη, κοντά στη κορυφή ενός ουρανοξύστη και ευτυχισμένοι από αυτό που λένε ζωή, «παραδίνονται» σε μυριάδες μικρές «απολαύσεις», σε τιμή ευκαιρίας...μόνο τη ψυχή τους! 

Μα θαρρώντας πως αγγίζουν την αθανασία, αφήνονται στον θάνατο. Και τα άδεια τους κουφάρια, στολισμένα και μυρωδάτα, στριφογυρίζουν στα μέρη που πλέκεται η καθημερινότητα ενός κόσμου που κινείται αιώνια, δίχως συνείδηση της κίνησής του και της αιώνιας ακινησίας του. Δίχως συνείδηση του θανάτου του και της μικρής και ευάλωτης ζωής του.



Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

Μήπως ξεχάσαμε πάλι;


Οι μέρες και οι μήνες περνούσαν και διάφοροι χαρακτήρες με τις ροζ και άλλων αποχρώσεων υποθέσεις τους με επισκέπτονταν στο κουτί της τηλεόρασης. Τη μια ο Bob με τη απροσδιόριστη σεξουαλική του ταυτότητα και απέναντι ο Ψινάκης (που γνωρίζει καλά τη σεξουαλική του ταυτότητα) να οργιάζει, την άλλη ο Ζαχόπουλος και η 'οξεία αυτοκτονίαση' που έπεσε στο κυβερνών κόμμα, η βενζίνη που έγινε πια είδος πολυτελείας μαζί με πολλά από τα βασικά αγαθά (ψωμί, γάλα κ.ο.κ.), το ασφαλιστικό που μοιάζει με γριά μάγισσα με αιχμηρούς κυνόδοντες που μας πλησιάζει όλο και πιο απειλητικά, και -το κερασάκι-, η κόντρα των δυο φίλων που μαζί έβαλαν τα χέρια στα σκατά και τώρα αλληλοκατηγορούνται για το ποιος βρωμάει πιο πολύ (βλ. Τριανταφυλλόπουλος και Αναστασιάδης).... Και πουθενά ένα φρένο, πουθενά μια αντίδραση. Μόνο απογοήτευση και οπισθοδρόμηση στα στενά όρια της ιδιωτικής μας σφαίρας. Πίσω στον καναπέ μας, στην ασφάλεια του τηλεκοντρόλ και στη καλύτερη περίπτωση, η επανάπαυση σε μια κριτική για τα σκουπίδια της TV και τα σκάνδαλα μιας κυβέρνησης που δε φαίνεται να την αγγίζει τίποτα. Πίσω στα προβλήματα της δικής μας καθημερινότητας (πως θα ξεχρεώσουμε το δάνειο, που θα παρκάρουμε, που θα πάμε για καφέ κ.ο.κ)
Αλλά δεν είναι η κυβέρνηση που δεν την αγγίζει τίποτα, αλλά εμάς. Και 'μεις με τη σειρά μας που δεν αγγίζουμε τη κυβέρνηση. Κανένας στους δρόμους για ό,τι συμβαίνει τις τελευταίες μέρες και 'μεις αποσβολωμένοι, συχνά αποχαυνωμένοι παρακολουθούμε στους δέκτες ένα σωρό ΄πιθήκους' (ζητώ συγγνώμη από τους αληθινούς πιθήκους) που νομίζουν ότι μας εκφράζουν ή που έτσι θέλουν και που δυστυχώς έχουν στα αλήθεια τη δύναμη να διαμορφώνουν συνειδήσεις.
Μέχρι πότε αλήθεια; Μετά τις φωτιές που έκαψαν τη μισή Ελλάδα, αναρωτιέμαι, τι άλλο χρειάζεται για να πάρουμε χαμπάρι ότι εμείς έχουμε την αληθινή εξουσία; Και ότι η 'επανάσταση' αρχίζει από μέσα μας, από τη στάση μας απέναντι στον εαυτό μας, στους συνανθρώπους και στο περιβάλλον; Μήπως ξεχάσαμε πάλι;

Μήπως όταν ο Θοδωράκης τραγουδούσε μετά την πτώση της χούντας φωνάζοντας να μη ξεχάσουμε, αναφερόταν σε αυτή ακριβώς τη τάση των νεοελλήνων; Μήπως η μνήμη μας θέλει λίγη βοήθεια;

Video που βοηθούν τη μνήμη




Και όταν κανείς θυμάται, τότε βλέπει, ακούει, οσμίζεται την παιδική του αθωότητα, αυτή που την είχε για χαμένη... Και τότε τρίζουν τα δόντια ενός θηρίου που πολλοί το θέλουν κοιμισμένο... Καλημέρα